- Τέρμερος
- Αρχαίος ληστής. Έδρασε μαζί με τον Λύκο στην Καρία. Θεωρείται, ο ιδρυτής της παράλιας καρικής πόλης Τέρμερας, που βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την Αλικαρνασσό. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής, γιατί δολοφονούσε τους περαστικούς με ένα χτύπημα στο κεφάλι. Από τη δράση του έμεινε παροιμιώδης η φράση τερμέριο κακό, για να χαρακτηρίζει τις μεγάλες ατυχίες και τις συμφορές. Σκοτώθηκε από τον Ηρακλή.
* * *ο, ΝΑ [Τέρμερα](κατά την αρχ. ελλ. παράδοση) ληστής που ίδρυσε την πόλη Τέρμερα στην καρική ακτή, κοντά στην Αλικαρνασσό, και ο οποίος φονεύθηκε από τον Ηρακλή επειδή φόνευε με χτυπήματα στο κεφάλι όλους όσους περνούσαν από αυτήν την περιοχή, σκορπίζοντας έτσι τον τρόμο.
Dictionary of Greek. 2013.